Μα το τι ορίζουμε ως «σεξουαλική δραστηριότητα» δεν είναι «προφανές»;

Η μονολεκτική απάντηση είναι όχι.

Μάλιστα ο «νομικός» ορισμός της «σεξουαλικής επαφής» παρ’ ολίγο να οδηγήσει έναν Πρόεδρο των Η.Π.Α. σε καθαίρεση. Ίσως δεν είναι πολλοί, που πια θυμούνται το λεγόμενο «Σκάνδαλο Lewinsky», του 1998. Το σκάνδαλο αυτό ξέσπασε επί προεδρίας Bill Clinton. Ο Πρόεδρος κατηγορήθηκε, πως είχε σεξουαλικές επαφές με μία βοηθό του Λευκού Οίκου ονόματι Monica Lewinsky, μάλιστα μέσα στο «Οβάλ γραφείο» μεταξύ των ετών 1995 και 1996, κάτι που ο ίδιος το αρνήθηκε ενόρκως. Όμως η κυρία Lewinsky παρουσίασε ως «τεκμήριο» (αποδεικτικό στοιχείο) της μεταξύ τους «συνεύρεσης» ένα μπλε φόρεμα με έναν «λεκέ», από το σπέρμα του Προέδρου. Έτσι ο Bill Clinton κατηγορήθηκε για ψευδορκία (δηλαδή ψευδή ένορκη κατάθεση), παράπτωμα, το οποίο επισύρει μέχρι και την ποινή της καθαίρεσης του Προέδρου. Συνεπώς, παραπέμφθηκε σε Επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων με το ερώτημα της καθαίρεσης και κινδύνευε να γίνει μόλις ο δεύτερος Πρόεδρος των Η.Π.Α. από το 1868, που καθαιρείτο. Η βασική υπερασπιστική γραμμή του Clinton ήταν, το ότι η κυρία Lewinsky του έκανε «μόνον» πεοθηλασμό (ή πεολειχία) και η πράξη αυτή δεν αποτελεί «σεξουαλική δραστηριότητα». Τελικά ο Πρόεδρος περάτωσε και τη δεύτερη θητεία του…

Μα ο «νομικός» ή «νομικίστικος» ορισμός της «σεξουαλικής δραστηριότητας» είναι «ομιχλώδης», αλλά τελικά όλοι αντιλαμβανόμαστε τη «σεξουαλική δραστηριότητα» με τον ίδιο τρόπο!

Και αυτή η δήλωση δεν είναι ακριβής, όπως άλλωστε καταδεικνύουν τα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία.

Καταρχήν, αξίζει να αναφερθούμε σε μελέτη, στην οποία συμμετείχαν νεαρές γυναίκες, οι οποίες κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτηματολόγιο σχετικά με την σεξουαλική τους δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, τους ετέθησαν ερωτήσεις σχετικές με το πώς εκάστη ορίζει τη σεξουαλική δραστηριότητα, τι θεωρεί αρχή της δραστηριότητας και πότε θεωρεί, ότι αυτή περατώθηκε, αλλά και το κατά πόσον και ο σύντροφός της θα συμφωνούσε με τις απαντήσεις της στα ερωτήματα αυτά. Οι συμμετέχουσες έδωσαν ποικίλες απαντήσεις σχετικά με τον όρο της σεξουαλικής δραστηριότητας. Για κάποιες ο όρος αυτός περιελάμβανε την πρωκτική και τη στοματική επαφή, για άλλες όχι. Το χρονικό διάστημα, που μεσολαβούσε μεταξύ των επαφών, η χρήση νέου προφυλακτικού και η νέα στύση του συντρόφου χρησιμοποιούνταν ως καθοριστικά της «νέας σεξουαλικής επαφής». Κάποιες περιελάμβαναν σε αυτή καθαυτή τη σεξουαλική επαφή και τα «προκαταρκτικά». Άλλες θεωρούσαν, πως η σεξουαλική επαφή ξεκινούσε με τη διείσδυση του πέους και τελείωνε με την «απόσυρσή» του από τον κόλπο. Υπήρχαν και εκείνες, που θεωρούσαν, πως η σεξουαλική επαφή τελείωνε, όταν εις ή αμφότεροι οι σύντροφοι είχαν οργασμό. Μερικές εκ των νεαρών γυναικών, που συμμετείχαν στην έρευνα, τέλος διατείνονταν, πως το είδος της σχέσης με το σύντροφο επηρέαζε τον ορισμό, που οι ίδιες έδιναν στη σεξουαλική επαφή (Mehta και συνεργάτες, 2011).

Οι έφηβες και οι έφηβοι συχνά διστάζουν να παραδεχθούν, ότι είναι σεξουαλικώς ενεργοί.

Σε έτερη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από το ιστορικό έφηβων κοριτσιών ηλικίας από 12 έως 19 ετών. Ο βασικός δείκτης σεξουαλικής δραστηριότητας ήταν το κατά πόσον το ίδιο το κορίτσι ανέφερε εμπλοκή της σε τέτοιου είδους δραστηριότητα. Αν ελαμβάνετο υπόψη μόνον ο συγκεκριμένος δείκτης, τότε το ποσοστό των σεξουαλικώς ενεργών κοριτσιών στο συγκεκριμένο δείγμα υπολογιζόταν στο 19,2%. Εντούτοις, όταν συμπεριλαμβάνονταν και άλλες ενδείξεις σεξουαλικής δραστηριότητας, όπως η υποβολή του κοριτσιού σε έλεγχο για Χλαμύδια (σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα) ή το αν ο συγκεκριμένος έλεγχος προέκυπτε θετικός, τότε το ποσοστό των κοριτσιών, τα οποία καταγράφονταν ως σεξουαλικώς ενεργά αυξανόταν (Berlan και συνεργάτες, 2014).

Σε ανάλογα συμπεράσματα κατέληξαν και οι συντάκτες μελέτης, οι οποίοι έλαβαν υπόψη τους στοιχεία από το ιστορικό 2675 εφήβων αγοριών και κοριτσιών στη Νότιο Αφρική. Το ποσοστό των σεξουαλικώς ενεργών εφήβων έφθασε το 40,3%, αν ο ορισμός των σεξουαλικώς ενεργών ατόμων βασιζόταν μόνο στους προσωπικούς ισχυρισμούς. Το συγκεκριμένο όμως ποσοστό έφθανε το 48,7%, αν τα νεαρά άτομα υποβάλλονταν σε έλεγχο σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (Humphries και συνεργάτες, 2019).

Είναι όμως σημαντικό να γνωρίζουμε ποιοι έφηβοι είναι σεξουαλικώς ενεργοί, προκειμένου αυτοί να υπόκεινται στις εξετάσεις, που αφορούν τόσο τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, όσο και την ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη (Humphries και συνεργάτες, 2019).

Η αντίληψη της σεξουαλικής δραστηριότητας αλλάζει με την ηλικία

Όσον αφορά άτομα μεγαλύτερης ηλικίας ο «κυρίαρχος» ορισμός της σεξουαλικής δραστηριότητας, η οποία θεωρείται συνυφασμένη με τη διείσδυση, «μεταβάλλεται» σταδιακά προκειμένου να περιλάβει και την απλή «σωματική συνάφεια» (physical intimacy) ή τη «συναισθηματική συνάφεια» (emotional intimacy) (Gore-Gorszewska, 2021).

Ενδιαφέρον έχει και μελέτη από την Κορέα με 209 συμμετέχοντες άνδρες και γυναίκες με μέση ηλικία τα 73,4 έτη, οι οποίοι χωρίστηκαν από τους ερευνητές σε δύο ομάδες: τα άτομα, που ταύτιζαν τη σεξουαλική δραστηριότητα με τη διείσδυση και αυτά, που θεωρούσαν, πως η σεξουαλική δραστηριότητα ταυτιζόταν με τη σεξουαλική διέγερση με φιλιά, αγκαλιές ή άλλους τρόπους. Το 91% των συμμετεχόντων παρουσίαζαν στυτική δυσλειτουργία και το 96,3% των συμμετεχουσών ανέφεραν σεξουαλική δυσλειτουργία. Το 58,4% των συμμετεχόντων ανέφεραν σεξουαλική δραστηριότητα κατά τους 6 μήνες πριν την έναρξη της έρευνας. Συνολικά το 69,6% των ανδρών και το 41,9% των γυναικών ανέφεραν σεξουαλική δραστηριότητα, η οποία περιελάμβανε διείσδυση, ενώ το 30,4% των ανδρών και το 58,1% των γυναικών ανέφεραν σεξουαλική δραστηριότητα, που περιελάμβανε μόνον «σωματική συνάφεια». Στην ομάδα των ατόμων, που θεωρούσαν, ότι και η «σωματική συνάφεια» αποτελεί είδος σεξουαλικής δραστηριότητας, ήταν συχνότερη η γυναικεία σεξουαλική δυσλειτουργία και η στυτική δυσλειτουργία. Στα συμπεράσματά τους οι συντάκτες και της συγκεκριμένης μελέτης υποστηρίζουν, πως ο ορισμός της σεξουαλικής δραστηριότητας θα χρειαστεί μάλλον να «διευρυνθεί» περιλαμβάνοντας και τη «σωματική συνάφεια» (Chung και συνεργάτες, 2020).

 

 

 

 

Δείτε στο παρακάτω video, πως θα βελτιώσετε κι εσείς τη σεξουαλική σας ζωή!

 

Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία

Berlan ED, Ireland AM, Morton S, Byron SC, Canan BD, Kelleher KJ. Variations in measurement of sexual activity based on EHR definitions. Pediatrics. 2014 May;133(5):e1305-12. doi: 10.1542/peds.2013-3232. Epub 2014 Apr 14. PMID: 24733876.

Gore-Gorszewska G. “What Do You Mean by Sex?” A Qualitative Analysis of Traditional versus Evolved Meanings of Sexual Activity among Older Women and Men. J Sex Res. 2021 Oct;58(8):1035-1049. doi: 10.1080/00224499.2020.1798333. Epub 2020 Aug 11. PMID: 32779942.

Humphries H, Osman F, Knight L, Abdool Karim Q. Who is sexually active? Using a multi-component sexual activity profile (MSAP) to explore, identify and describe sexually-active high-school students in rural KwaZulu-Natal, South Africa. BMC Public Health. 2019 Mar 18;19(1):317. doi: 10.1186/s12889-019-6602-y. PMID: 30885161; PMCID: PMC6423781.

Mehta CM, Sunner LE, Head S, Crosby R, Shrier LA. “Sex isn’t something you do with someone you don’t care about”: young women’s definitions of sex. J Pediatr Adolesc Gynecol. 2011 Oct;24(5):266-71. doi: 10.1016/j.jpag.2011.03.003. Epub 2011 Jun 29. PMID: 21715191.

Monica LewinskyChung HS, Kim GH, Shin MH, Park K. Physical Intimacy Is an Important Part of Sexual Activities: Korean Older Adults Study. Sex Med. 2020 Dec;8(4):643-649. doi: 10.1016/j.esxm.2020.06.011. Epub 2020 Aug 6. PMID: 32773264; PMCID: PMC7691871.