«Πυρήνας» της γυναικολογικής εξέτασης είναι το test Παπανικολάου…
Το test Παπανικολάου είναι και η «βάση» της πρόληψης του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Εκ της κυτταρολογικής εξέτασης του ληφθέντος κολπικού και τραχηλικού επιχρίσματος (του «υγρού» δηλαδή, που συλλέγει ο γυναικολόγος από τον κόλπο και τον τράχηλο) μετά από χρώση του κατά Παπανικολάου, ο κυτταρολόγος δύναται να εντοπίσει πρόδρομα σημεία του συγκεκριμένου καρκίνου. Έτσι κατά περίπτωσιν, αφού ο γυναικολόγος λάβει τα αποτελέσματα της εξέτασης, θα συστήσει – αν αυτό κριθεί απαραίτητο – τη διενέργεια περαιτέρω εξετάσεων, συνηθέστερα κολποσκόπηση.
«Φτάνει» το test Παπανικολάου;
Η απάντηση είναι μονολεκτική και απόλυτη: «ΟΧΙ»!
Το test Παπανικολάου είναι ο «πυρήνας», αλλά δεν είναι αρκετό προκειμένου η γυναίκα να απολαύσει ουσιαστική προστασία της υγείας της. Για το λόγο αυτό η τυπική τακτική γυναικολογική επίσκεψη περιλαμβάνει περισσότερες εξετάσεις.
Τι περιλαμβάνει η τυπική γυναικολογική επίσκεψη;
Η αρχή κάθε ιατρικής επίσκεψης γενικότερα, αλλά το ίδιο προφανώς ισχύει και για τη γυναικολογική επίσκεψη, είναι η λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού. Οι ερωτήσεις, που τίθενται εξαρτώνται και από το αν έχετε επισκεφθεί το συγκεκριμένο γυναικολόγο στο παρελθόν ή όχι. Πάντως ο γυναικολόγος ζητά να συλλέξει στοιχεία, όπως η ηλικία, η ενδεχόμενη φαρμακευτική αγωγή, που λαμβάνεται σε χρόνια βάση, προηγούμενες χειρουργικές επεμβάσεις (γυναικολογικές ή μη) το οικογενειακό ιστορικό, το ιστορικό της εμμήνου ρύσεως (ηλικία εμμηναρχής, περιοδικότητα, διάρκεια εμμήνου ρύσεως, τα χαρακτηριστικά του όποιου άλγους σχετίζεται με την έμμηνο ρύση, ηλικία εμμηνόπαυσης), αλλά το μαιευτικό ιστορικό (πόσοι τοκετοί, πόσες αποβολές – αν φυσικά υπάρχουν). Βέβαια σε επόμενη επίσκεψη πάντα τίθεται το ερώτημα ενδεχομένων αλλαγών στη γενική κλινική κατάσταση (π.χ. εκδήλωση διαταραχών του κύκλου). Εκ του ιστορικού ο γυναικολόγος εξάγει χρήσιμα συμπεράσματα, χάρη στα οποία θα μπορέσει να καθοδηγήσει τις περαιτέρω εξετάσεις (αν φυσικά κριθεί, ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο).
Κεντρικό και αναπόσπαστο τμήμα της τυπικής γυναικολογικής εξέτασης, όπως προείπαμε, είναι λήψη το κολπικού επιχρίσματος, το οποίο θα σταλεί στον ειδικό κυτταρολόγο, ο οποίος και θα το εξετάσει κάτω από το μικροσκόπιο αφού το επεξεργαστεί με τη χρώση κατά Παπανικολάου.
Φυσικά στα πλαίσια της λήψης του επιχρίσματος γίνεται από το γυναικολόγο και η επισκόπηση του τραχήλου και του κόλπου. Έτσι με την εμπειρία του μπορεί να εντοπίσει ενδεχόμενα μορφώματα, όπως είναι οι τραχηλικοί (σπανιώτερα και οι κολπικοί) πολύποδες, των οποίων την χειρουργική εξαίρεση ενδεχομένως και να συστήσει είτε δια υστεροσκόπησης, είτε δια της απλής απόξεσης του ενδομητρίου. Κατά την επισκόπηση τραχήλου ενδέχεται ο γυναικολόγος να διακρίνει την παρουσία και φλεγμονής του τραχήλου (τραχηλίτιδα) ή του κόλπου (κολπίτιδα) και επί τόπου να συστήσει τη λήψη υγρού το οποίο θα σταλεί για καλλιέργεια προκειμένου να διερευνηθεί το ενδεχόμενο εποικισμού της περιοχής από παθογόνους μικροοργανισμούς, ώστε να προταθεί και η κατάλληλη θεραπεία. Ενίοτε δε και ειδικά σε γυναίκες, που βρίσκονται στην κλιμακτήριο ή έχουν μπει πλέον στην εμμηνόπαυση, εκ της επισκόπησης τραχήλου ο γυναικολόγος μπορεί να εξάγει χρήσιμα συμπεράσματα ως προς το ενδεχόμενο αρχομένης ή προχωρημένης ατροφικής κολπίτιδας και να προτείνει – ανάλογα και με το ιστορικό της εξεταζομένης – τη ριζική αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής δια των υπερήχων HIFU σε συνδυασμό με την έγχυση υαλουρονικού οξέος στο μεγάλα χείλη του αιδοίου.
Ενίοτε, κατά την επισκόπηση τραχήλου ο γυναικολόγος διαπιστώνει και την παρουσία έντονης ερυθρότητας της περιοχής του τραχήλου. Το συγκεκριμένο εύρημα ονομάζεται εκτρόπιο και στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων σχετίζεται είτε με την παρουσία παθογόνων μικροοργανισμών στον τράχηλο, είτε με ορμονικές διαταραχές, ενώ σαφώς σπανιώτερες είναι οι περιπτώσεις συσχέτισης του εκτροπίου με καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Κατά κανόνα η παρουσία εκτροπίου είναι ένδειξη για λήψη του test Παπανικολάου (ακόμα και αν έχει περάσει διάστημα μικρότερο του έτους από το προηγούμενο) και η λήψη κολπικού και τραχηλικού δείγματος για καλλιέργεια. Η ενδεχόμενη λήψη βιοψίας δεν αποκλείεται.
Τη λήψη του test Παπανικολάου και την επισκόπηση του τραχήλου ακολουθεί η λεγόμενη αμφίχειρη γυναικολογική εξέταση (βλ. εικόνα).
Στα πλαίσια της εξέτασης αυτής ό γυναικολόγος εισάγει εντός του κόλπου ένα (ή δύο) δάκτυλα και ψηλαφεί τον τράχηλο της μήτρας, τον οποίο και σπρώχνει, έτσι με το άλλο χέρι και πιέζοντας λίγο πάνω από τη λεκάνη (η ουροδόχος κύστη χρειάζεται να είναι άδεια) μπορεί να ψηλαφήσει τη μήτρα κατά κύριο λόγο και να διαπιστώσει το μέγεθός της, αλλά και το αν επί αυτής εντοπίζονται μορφώματα (συνήθως ινομυώματα). Η αξία της εξέτασης αυτής σε ό,τι αφορά τον εντοπισμό μορφωμάτων επί της μήτρας έχει μάλλον περιορισθεί χάρη στην χρήση του υπερηχογράφου (δευτερευόντως και της μαγνητικής τομογραφίας, η οποία είναι όμως ακριβή και «δύσχρηστη» εξέταση, οπότε επιφυλάσσεται για ειδικές περιπτώσεις). Εντούτοις, δια της αμφίχειρης γυναικολογικής εξέτασης είναι δυνατόν ο γυναικολόγος να διαπιστώσει τη σύσταση της μήτρας (είναι «σκληρή»; είναι «μαλακή»;), την κινητικότητά της, αλλά και το κατά πόσον είναι επώδυνη στην ψηλάφηση. Αλλαγές στη σύσταση της μήτρας παρατηρούνται σε παθολογίες, όπως είναι η αδενομύωση (η μήτρα στην ψηλάφηση είναι πιο «μαλακή»), ενώ η κινητικότητα της μήτρας μειώνεται παρουσία ενδομητρίωσης. Εξάλλου, η επώδυνη ψηλάφησή της συνδέεται συχνά με την εκδήλωση φλεγμονής της μήτρας (ενδομητρίτιδας). Οι ωοθήκες συνήθως δεν είναι ψηλαφητές, παρά μόνον αν επ’ αυτών εντοπίζονται μορφώματα όπως κύστεις. Μη ψηλαφητές είναι και οι σάλπιγγες, εκτός αν είναι οιδηματώδεις («πρησμένες»), όπως συμβαίνει στην περίπτωση υδροσάλπιγγας.
Μετά την αμφίχειρη γυναικολογική εξέταση διενεργείται ο γυναικολογικός υπερηχογραφικός έλεγχος. Δια του ελέγχου αυτού ελέγχεται το ενδεχόμενο παρουσίας μορφωμάτων της μήτρας (συνηθέστερα ινομυώματα), αλλά και της ενδομητρικής κοιλότητας (π.χ. πολύποδες ή υπερπλασία του ενδομητρίου). Εκτός της μήτρας, δια του υπερηχογράφου ελέγχονται και οι ωοθήκες για τυχόν μορφώματα, όπως κύστεις. Οι σάλπιγγες κατά κανόνα δεν είναι ορατές στον υπερηχογραφικό έλεγχο, εκτός αν μία (σπανιότερα αμφότερες) παρουσιάζεται εξαιρετικά διατεταμένη (σοβαρή υδροσάλπιγγα).
Τμήμα της γυναικολογικής εξέτασης είναι και η ψηλάφηση των μαστών. Στα πλαίσια της εξέτασης αυτής ο ιατρός εκτός από τους μαστούς ψηλαφεί και τις μασχάλες, αλλά και τις περιοχές πάνω και κάτω από εκάστη κλείδα, καθώς και την περιοχή του στέρνου, προκειμένου να διαπιστώσει την εκεί παρουσία διογκωμένων λεμφαδένων. Θα πρέπει να σημειωθεί, πως η ψηλάφηση των μαστών είναι «συμπληρωματική» της μαστογραφίας και του υπερηχογραφήματος των μαστών. Πλην του ελέγχου ενδεχόμενης ύπαρξης ψηλαφητών μορφωμάτων στους μαστούς ή διογκωμένων λεμφαδένων, αξιολογείται και η «σύσταση» των μαστών, καθώς και το κατά πόσον η ψηλάφησή τους είναι επώδυνη. Αν δια της ψηλάφησης εντοπισθεί κάποιο μόρφωμα αξιολογείται η σύστασή του, το κατά πόσον η ψηλάφησή του είναι επώδυνη, αλλά και η κινητικότητά του.
Σε τι αποσκοπεί η τυπική γυναικολογική εξέταση;
Η τακτική γυναικολογική επίσκεψη αποσκοπεί καταρχάς στην πρόληψη κατηγοριών γυναικολογικού καρκίνου ή στην έγκαιρη διάγνωσή τους. Οι έννοιες της «πρόληψης» και τις «έγκαιρης διάγνωσης» του καρκίνου καίτοι διαφέρουν ριζικά μεταξύ τους, συχνά αντιμετωπίζονται ως ταυτόσημες.
Με τον όρο «πρόληψη» αναφερόμαστε στην προσπάθεια εντοπισμού «πρόδρομων» σημείων του καρκίνου, ήτοι σημείων, η παρουσία των οποίων καθιστούν τη μελλοντική εκδήλωση του καρκίνου πιθανότερη. Τοιουτοτρόπως, δυνάμεθα να παρέμβουμε πριν ακόμα την εμφάνιση αυτής καθαυτής της κακοήθειας, με την παρέμβασή μας να είναι καίρια, αποτελεσματική και περιορισμένη.
Ο όρος «έγκαιρη διάγνωση» είναι εν πολλοίς αυτονόητος, αφού δια αυτού περιγράφουμε τον εντοπισμό της όποιας κακοήθειας σε κατά το δυνατόν πρώιμο στάδιο (πριν αυτός «εξαπλωθεί»). Συνεπώς η όποια θεραπευτική παρέμβαση έχει υψηλότερο βαθμό επιτυχίας με μικρότερη ταλαιπωρία για την ασθενή.
Επομένως, κατά βάσιν στην «πρόληψη» η επέμβαση – αν τελικά χρειαστεί – εκτελείται πριν από την εμφάνιση του καρκίνου, ενώ με την «έγκαιρη διάγνωση» αυτή εκτελείται μετά την εμφάνισή του, αλλά ενόσω αυτός είναι ακόμα σε πρώιμο στάδιο.
Ο καρκίνος, ο οποίος στα πλαίσια της γυναικολογικής εξέτασης «προλαμβάνεται» δια του test Παπανικολάου, είναι ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας. Όμως, χάρη στην πλήρη γυναικολογική εξέταση, όπως αυτή περιγράφηκε πιο πάνω είναι δυνατόν να επιτευχθεί έγκαιρη διάγνωση άλλων ειδών καρκίνου. Έτσι μπορεί ο γυναικολόγος να διαγνώσει έγκαιρα:
• τον καρκίνο του ενδομητρίου – ενώ ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας «αφορά» νεώτερες κατά κανόνα γυναίκες, ο καρκίνος του ενδομητρίου εκδηλώνεται συνήθως σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας και είναι δυνατόν να εντοπισθεί δια του υπερηχογραφικού ελέγχου με συνηθέστερο υπερηχογραφικό εύρημα την πάχυνση του ενδομητρίου. Ενίοτε δε ο καρκίνος του ενδομητρίου παρουσιάζεται στο υπερηχογράφημα ως πολυποειδές μόρφωμα, ενώ και αυτοί καθαυτοί οι πολύποδες, που εντοπίζονται με το υπερηχογράφημα (αλλά και με την επισκόπηση του τραχήλου) ενίοτε εξαλλάσσονται σε καρκίνο του ενδομητρίου. Βασικό σύμπτωμα, το οποίο συσχετίζεται με την εκδήλωση τόσο καρκίνου του ενδομητρίου, όσο και με την εμφάνιση πολυπόδων είναι η κολπική αιμόρροια, που η γυναίκα αναφέρει κατά τη λήψη του ιστορικού της.
• τον καρκίνο του μαστού – η «χρυσή εξέταση», για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού είναι η μαστογραφία, η οποία πλέον συνδυάζεται με το υπερηχογράφημα μαστών, ενώ σπανιώτερα ζητείται και μαγνητική τομογραφία μαστών. Κατά τη γυναικολογική εξέταση ο γυναικολόγος συνεκτιμά τα ευρήματα των απεικονιστικών εξετάσεων με το ιστορικό της γυναίκας (πρωτευόντως) και της ψηλάφησης του μαστού (δευτερευόντως) και κρίνει, αν χρειάζεται παραπομπή της σε μαστολόγο.
Ας θυμηθούμε όμως και άλλες παθολογίες, τις οποίες μπορεί εγκαίρως να διαγνώσει ο γυναικολόγος, που διενεργεί την τακτική γυναικολογική εξέταση:
• φλεγμονές του κόλπου (κολπίτιδες) και του τραχήλου (τραχηλίτιδες)
• μορφώματα (κύστεις) των ωοθηκών
• κολπική ξηρότητα
Η έγκαιρη διάγνωση τέτοιων και άλλων παθολογιών καθιστούν την αντίστοιχη θεραπεία αποτελεσματικότερη.
Δηλαδή, κάθε πότε πρέπει τελικά να επισκέπτομαι το γυναικολόγο μου;
Καταρχάς, πριν απαντηθεί το συγκεκριμένο ερώτημα, θα πρέπει να γίνει διαχωρισμός της «τακτικής» γυναικολογικής επίσκεψης από τη γυναικολογική επίσκεψη, που σχετίζεται με συγκεκριμένη συμπτωματολογία.
Ο κατάλογος με τα συμπτώματα, που θα οδηγήσουν μία γυναίκα να επισκεφθεί το γυναικολόγο της περιλαμβάνει:
• τις διαταραχές κύκλου (π.χ. κολπική αιμόρροια, καθυστέρηση εμμήνου ρύσεως)
• τον πόνο στη σεξουαλική επαφή (ονομάζεται δυσπαρευνία)
• το αίσθημα καύσου στην ευαίσθητη περιοχή, ιδιαίτερα αν αυτό συνδυάζεται με την εκροή δύσοσμων κολπικών υγρών
• την κολπική ξηρότητα
• την υπογονιμότητα
Αξίζει να σημειωθεί, πως, αν η γυναίκα παρακολουθείται τακτικά από το γυναικολόγο της, τότε η διερεύνηση τέτοιων «έκτακτων» συμπτωμάτων καθίσταται ταχύτερη και ακριβέστερη.
Σε ό,τι αφορά την «τακτική» γυναικολογική εξέταση, αυτή καλό θα ήταν να επαναλαμβάνεται σε ετήσια βάση (εκτός, αν εκ του ιστορικού προκύψουν συγκεκριμένα ευρήματα και χρειαστεί η εξέταση να διενεργείται μετά από συντομότερο χρονικό διάστημα). Θεωρείται πως, η ετήσια γυναικολογική εξέταση βοηθάει τον ιατρό να εντοπίσει έγκαιρα την όποια παθολογία πριν αυτή «δώσει» συμπτώματα, διότι είναι μάλλον απίθανο αυτή να «εξελιχθεί» σημαντικά εντός του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος.
Κλείστε ΕΔΩ το ραντεβού σας, για να αντιμετωπίζουμε όποιο γυναικολογικό θέμα σας απασχολεί!
Δείτε και το σχετικό video, που δημιουργήσαμε σε συνεργασία με τον ιστότοπο mothersblog.gr, στην ομάδα ειδικών του οποίου ανήκουμε!
Δείτε ΕΔΩ πότε είναι οι γόνιμες ημέρες σας!
Διαβάστε ακόμα:
– Πότε θα πρέπει να επισκεφθώ πρώτη φορά το γυναικολόγο;
– Πότε να σταματήσω το test Παπανικολάου;
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας